Pedale - translation to γερμανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Pedale - translation to γερμανικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Pedals; Foot pedal; Pedalling; Pedal (music); Pedals (album); Pedal (disambiguation)

Pedale      
n. pedal, lever that is used to operate a device
in die Pedalen treten      
pedal, press on a pedal
Gestrampel      
n. pedalling, act of pressing pedals

Ορισμός

pedal
(pedals, pedalling, pedalled)
Note: in AM, use 'pedaling', 'pedaled'
1.
The pedals on a bicycle are the two parts that you push with your feet in order to make the bicycle move.
N-COUNT
2.
When you pedal a bicycle, you push the pedals around with your feet to make it move.
She climbed on her bike with a feeling of pride and pedalled the five miles home...
She was too tired to pedal back.
VERB: V n, V adv/prep
3.
A pedal in a car or on a machine is a lever that you press with your foot in order to control the car or machine.
...the brake or accelerator pedals.
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Pedal

A pedal (from the Latin pes pedis, "foot") is a lever designed to be operated by foot and may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Pedale
1. Ihre Finger fliegen über die Saiten, sie wiegt sich im Takt, tritt die goldene Pedale.
2. Der Fahrer mit verblüffend dünnen Waden tritt barfuß in die Pedale.
3. Stoiber: CSU die einzige echte Volkspartei Huber sagte, der designierte Ministerpräsident Günther Beckstein und ich, wir sind ein Tandem, wir treten gemeinsam in die Pedale für Bayern und die CSU.